http://www.kandanos.eu
Ο Χαράλαμπος Σειραδάκης γεννήθηκε επί τουρκοκρατίας στην Κρήτη, στο χωριό Λειβαδά Σελίνου Χανίων, σε οικογένεια αγωνιστών. Πήρε τη βασική μόρφωση στο σχολείο του χωριού του και τη μέση παιδεία στην Παλαιόχωρα.
Nέος ανήσυχος, θερμός πατριώτης, αγωνιστής και δημοκράτης, κατετάγη στο Τάγμα Κρητών του Ελληνικού Στρατού και πολέμησε στους Βαλκανικούς πολέμους 1912 - 13, παίρνοντας μέρος στις μάχες για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων (Εμίν Αγά), στον Λαχανά και στο Σκρα.
Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο κατετάγη ως εθελοντής και υπηρέτησε στο 346 Σύνταγμα Πεζικού του Γαλλικού Στρατού στην Αλσατία και Λωρραίνη, όπου και έλαβε τον βαθμό του Ανθ/στού του Γαλλικού Στρατού. Εν συνεχεία μετέσχε των επιχειρήσεων των συμμάχων του Αυγούστου 1915 κατά της Τουρκίας στα Δαρδανέλια, όπου διακριθείς προήχθη στον βαθμό του Ανθ/γού. Για τη συμμετοχή του και στα δύο αυτά μέτωπα έτυχε ευφήμου μνείας από τους Γάλλους.
Όταν επανήλθε στην Ελλάδα, κατετάγη στον Ελληνικό Στρατό με τον βαθμό του Ανθ/γού και ξεκίνησε τη διαδρομή του ως στρατιωτικός, δίνοντας το “παρών” σε όλους τους αγώνες του ´Εθνους, που την ταραγμένη εκείνη εποχή ήταν αλλεπάλληλοι.
Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος δημιούργησε στη Θεσσαλονίκη την Κυβέρνηση Αμύνης (1917), ο Χαράλαμπος Σειραδάκης, ως θερμός υποστηρικτής του Βενιζέλου, έσπευσε στη Θεσσαλονίκη και υπηρέτησε στον Στρατό της Αμύνης. Υπηρέτησε σχεδόν το σύνολο της στρατιωτικής του θητείας στη Βόρειο Ελλάδα. Πήρε μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου και τραυματίστηκε.
Τον Μάρτιο του 1935, ταγματάρχης ών, πήρε μέρος στο κίνημα κατά του Βασιλέως. Όταν το κίνημα απέτυχε, δικάστηκε για τη συμμετοχή του σε αυτό από Βασιλικό Στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε πολυετή φυλάκιση, ενώ συγχρόνως αποτάχθηκε από τον Στρατό. Διέφυγε στη Βουλγαρία με τον Στρατηγό Καμμένο, και, όταν δόθηκε αμνηστία, επανήλθε ως απόστρατος. Η Κυβέρνηση Μεταξά τον εξόρισε στην Κρήτη.
Με την έκρηξη του πολέμου, κατέφυγε με την οικογένειά του στο χωριό του, το Λειβαδά Σελίνου, όπου τον βρήκε η επίθεση των Γερμανών στην Κρήτη.
Με Β. Διάταγμα που υπογράφεται από τον Υπουργό Στρατιωτικών Εμμ. Τσουδερό και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 14 Μαΐου 1941 η Ελληνική Κυβέρνηση που πλέον βρισκόταν στην Κρήτη, ανακαλεί στο Στράτευμά τους «εξελθόντας δια πολιτικούς λόγους» Αξιωματικούς, μεταξύ δε αυτών και τον Χ. Σειραδάκη, τον οποίον και προάγει στον βαθμό του Αντισυνταγματάρχου.
Τις παραμονές της πτώσεως των Γερμανών στην Κρήτη προσκαλείται σε σύσκεψη στα Χανιά υπό την προεδρία Στρ. Διοικητού Κρήτης, όπου ανακοινώνεται η απόφαση των πολιτικών και στρατιωτικών αρχών να αμυνθούν μέχρις εσχάτων, και ανατίθεται στους παρισταμένους αξιωματικούς να οργανώσουν το ταχύτερο πολιτοφυλακή ο καθ’ ένας στην περιφέρειά του. Ο Χ. Σειραδάκης ορίζεται υπεύθυνος για την επαρχία Σελίνου και παίρνει φύλλο πορείας για την Κάντανο, πρωτεύουσα της επαρχίας, στις 19-5-1941. Το ίδιο βράδυ κηρύσσει την επαρχία σε κατάσταση πολιορκίας και εκδίδει διαταγή γενικής επιστράτευσης όλων των δυναμένων να φέρουν όπλα και τους καλεί να σπεύσουν στην Κάντανο για να πολεμήσουν τον εισβολέα. Στο προσκλητήριο αυτό ανταποκρίθηκαν μαζικά οι Σελινιώτες κάθε ηλικίας.
Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές άρχισαν να πέφτουν στην Κάντανο στις 21.5.41. Οι Έλληνες μαχητές, κυρίως ηλικιωμένοι και μικρά παιδιά καθώς οι μάχιμες ηλικίες δεν είχαν επιστρέψει από το Μέτωπο που κατέρρευσε, αν και με ελάχιστο οπλισμό και πολεμοφόδια, έδωσαν σκληρές μάχες σε πολλά μέτωπα της Επαρχίας Σελίνου και κατόρθωσαν να απασχολήσουν ένα πάνοπλο Τάγμα του εχθρού και να επιφέρουν σε αυτόν σοβαρές απώλειες (υπολογίζονται σε 150 νεκρούς και 200 τραυματίες).
Η Μάχη της Καντάνου την οποία ο Χ. Σειραδάκης οργάνωσε και διηύθυνε και που διήρκεσε από τις 21 έως και τις 29 Μαΐου 1941, είναι μια ένδοξη σελίδα της ιστορίας της Κρήτης. Είναι μια από τις πολλές μάχες μιας αντίστασης που σήμερα την ξέρουμε ως «Μάχη της Κρήτης», και υπήρξε αποφασιστική για την καθυστέρηση της προέλασης των Γερμανών στο Ανατολικό Μέτωπο και την τελική πτώση του Άξονα. Για τη μάχη αυτή του ζητήθηκε και υπέβαλε πολυσέλιδη Πολεμική Έκθεση προς το Γενικό Επιτελείο Στρατού.
Σε αντίποινα αυτής της αντίστασης στην Κάντανο, οι Γερμανοί κατέστρεψαν εκ θεμελίων την πόλη και ανήρτησαν πλάκα στα Ελληνικά και στα Γερμανικά, με την επιγραφή ότι η Κάντανος κατεστράφη ως αντίποινα «των εκ των όπισθεν δολοφονηθέντων Γερμανών στρατιωτών», και μια άλλη που έλεγε «ΕΔΩ ΥΠΗΡΞΕ Η ΚΑΝΔΑΝΟΣ».
Για να διαφύγει της σύλληψης από τους Γερμανούς, οι οποίοι τον κυνηγούσαν και τον είχαν επικηρύξει, κατέφυγε στα Λευκά ´Ορη για αρκετό διάστημα μαζί με άλλους μαχητές, και αργότερα φυγαδεύτηκε στην Αίγυπτο όπου υπηρέτησε κανονικά στον εκεί Ελληνικό Στρατό ως αρχηγός στρατοπέδου στην έρημο.
Ευρισκόμενος στην Αίγυπτο πληροφορήθηκε την εκ θεμελίων καταστροφή και ολοκληρωτικό κάψιμο τον Σεπτέμβριο του 1943 του χωριού του μαζί με άλλα δύο χωριά (τα λεγόμενα τρία χωριά, Λειβαδάς, Κουστογέρακο και Μονή) ως αντίποινα για την αντίσταση των κατοίκων προς τους κατακτητές και τη φιλοξενία συμμάχων στρατιωτών που κατέφευγαν στα ορεινά αυτά χωριά στον δρόμο τους για τη νότια Κρήτη, από όπου φυγαδεύονταν με πλοία προς την Αίγυπτο. Πληροφορήθηκε επίσης ότι κατά την επιδρομή των Γερμανών στο χωριό του εκτελέστηκε από τους Γερμανούς, μεταξύ άλλων, και η κόρη του Μαίρη.
Επανέρχεται στην Κρήτη τον Νοέμβριο του 1944 με την απελευθέρωση, αρχικά στο Ηράκλειο από όπου έφυγαν πρώτα οι Γερμανοί, και υπηρετεί στην Ελληνική Υπηρεσία Συμμαχικής Βοήθειας ως αντιπρόσωπος του Νομού Χανίων όπου φροντίζει για τη διανομή τροφίμων, ιματισμού και φαρμάκων στις κατεστραμμένες από τους Γερμανούς περιοχές του Νομού. Το 1946 αποστρατεύεται με τον βαθμό του Συνταγματάρχου.
Τον Φεβρουάριο του 1947 ορκίζεται νομάρχης Χανίων με Γενικό Διοικητή Κρήτης τον Χρήστο Τζιφάκη. Είναι η δύσκολη εποχή που οι τοπικές αρχές έχουν να αντιμετωπίσουν την μετακατοχική κατάσταση (τόπος κατεστραμμένος, υποδομές ανύπαρκτες, στερήσεις, οξυμμένα πολιτικά πάθη, αντάρτικες ομάδες δρουν στην ύπαιθρο κ.λπ.). Σε αυτή την προσπάθεια δίνει όλες του τις δυνάμεις.
Το 1952 μετακομίζει στην Αθήνα για οικογενειακούς λόγους, χωρίς ποτέ να πάψει να ενδιαφέρεται και να αγωνίζεται για το καλό του τόπου του.
Ο Χαράλαμπος Σειραδάκης ήταν παντρεμένος με τη Φανή Λουκά και είχαν αποκτήσει 4 κόρες. Η μία από τις κόρες του ήταν αυτή που εκτελέστηκε από τους Γερμανούς το 1943 στο Λειβαδά. Την πληγή αυτή ο ίδιος και όλη η οικογένειά του ποτέ δεν ξεπέρασαν.
Ελλάς, Ελένη Σειραδάκη - Κουράκου,
Νομικός,
Αθήνα, Μάιος 2009.-
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου